Σελίδες

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

ο Αμελής Ιερέας

Ένας Ιερεύς ηλικίας περίπου 35 με 40 ετών, ήταν αμελής στα καθήκοντά του και στα πρωινά και στα βραδυνά και προπαντώς στην Θεία Λειτουργία. Άρχισε έτσι σιγά σιγά να ξεπέφτει ψυχικά. Μια φορά στην Θεία Λειτουργία, στον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, άρχισε να χασμουριέται. Σταμάτησε τις ευχές και χασμουριόταν. Τότε δέστηκε ένα ράπισμα δυνατό στο πρόσωπο, ο θόρυβος όμως ακούστηκε και μια φωνή αυστηρή να του λέει:
- Ε, φτάνει πια! Όλο θα κοιμάσαι; Φρόντισε την αιμορραγία της ψυχής σου να την σταματήσεις!
Το μάγουλό του ήταν για μέρες κατακόκκινο με φανερές τις δαχτυλιές επάνω.
Η λέξη "αιμοραγία' του έφερνε συχνά στο νου και στην καρδιά την αιμορρούσα γυναίκα (την μετέπειτα Αγία Βερονίκη) και από τότε κάθε μέρα διάβαζε το αντίστοιχο Ευαγγελικό χωρίο. Απέκτησε τον ίδιο φόβο, όπως η αιμορρούσα, η οποία τρέμοντας ακούμπησε το χέρι της στην άκρη του χιτώνος του Κυρίου, "και παραχρήμα έστι η ρύσις του αίματος αυτης". Λειτουργούσε πλέον ο ιερεύς εκείνος, σαν να ήταν η τελευταία του Θεία Λειτουργία.

Από το βιβλίο: Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία.


Το ράπισμα του παπά Γεδεών.



Υπήρχε ένας Ιερομόναχος, ο παπα Γεδεών ο Καυσοκαλυβίτης, που λειτουργούσε καθημερινά και τελούσε πάρα πολλά σαραντείτουργα για τους κεκοιμημένους.
Ενώ ακόμη δούλευε ως εργάτης στο Άγιον Όρος, είχε δώσει υπόσχεση να γίνει μοναχός. Αθέτησε όμως την υπόσχεσή του και έφυγε, πήγε στον κόσμο, στο χωριό του. Ένα πρωινό λοιπόν καθώς πήγαινε στην Εκκλησία, δέχτηκε ένα αόρατο ράπισμα, έναν μπάτσο, στο πρόσωπο. 
- Δεν ειναι η θέση σου εδώ! ακούστηκε μια φωνή από τον ουρανό. Εγκατέλειψε τον κόσμο και τη ματαιότητα και πήγε και ασκήτεψε στην καλύβη του Οσίου Ακακίου.

Από το βιβλίο : Εμπειρίες κατά την Θ.Λειτουργία.

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΑΜΦΙΩΝ


Σ' ένα χωριό ένας απλός άνθρωπος επόθησε να δει πως του πάνε τα Ιερά Άμφια του ιερέως του χωριού, τον οποίο "ζήλευε", όταν τον έβλεπε ολόλαμπρο να ιερουργεί. Έτσι κάποιο πρωινό που έλειπε ο παπάς, μπήκε κρυφά στην Εκκλησία και ντύθηκε τα ιερατικά άμφια. Τι σκεφτόταν όταν φορούσε τα άμφια, δεν γνωρίζουμε. Εκείνο όμως που έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν ότι, όταν προσπάθησε να τα βγάλει, διαπίστωσε τρομαγμένος ότι δεν έβγαιναν απο πάνω του!
Άρχισε να φωνάζει, να καλεί σε βοήθεια. Έτρεξε κόσμος πολύς. Προσπάθησαν αρκετοί να του βγάλουν τα άμφια, αλλά μάταια. Τα άμφια δεν ξεκολλούσαν από πάνω του με κανέναν τρόπο.
Ήρθε όμως και ο παπάς και του τα έβγαλε με τάξη, με ευπρέπεια, ιερατικά, ευλογώντας και προσευχόμενος.

Αναδημοσίευση απο Ωφελήματα Ψυχής από το βιβλίο: Εμπειρίες κατά την Θ. Λειτουργία.