Οπως βρισκόμουν ξύπνια, ξαπλωμένη στό κρεββάτι, βλέπω μπροστά μου δυό άγνωστα πρόσωπα, όχι γιατρούς. Μού λένε,
-- Πάμε..
-- Πού θά πάμε, τούς λέω, θά γίνει εγχείρηση τώρα.
-- Πάμε, θά γίνει καί η εγχείριση...
Τήν ώρα όμως πού μού έλεγαν αυτά, ξεκίνησε από τό στόμα τους κάτι σάν μουσική, μέ λέξεις συνεχώς επαναλαμβανόμενες " η εγχείριση θά γίνει, η εγχείριση θά γίνει ..."
Ητανε λέξεις ανακατεμένες μέ μουσική έτσι καθώς περπατούσαμε στόν διάδρομο. Φθάσαμε κάπου, καί ανεβαίνοντας τρία σκαλιά, τά μέτρησα, άνοιξε μία πόρτα καί μπήκαμε σέ ένα γραφείο. Ηταν καθισμένος εκεί ένας άνθρωπος.
Δέν μπορούσα νά διακρίνω τό πρόσωπό του, έβλεπα όμως τό σώμα καί τά χέρια του πάνω στό γραφείο. Δίπλα του υπήρχε ένα πακέτο, σάν μπλόκ λογιστικών αποδείξεων. Κρατούσε ανοιχτό ένα βιβλίο, μεγέθους Ευαγγελίου τό οποίο καί συμβουλεύτηκε, πρίν μέ ρωτήση,
-- Είσαι παντρεμένη;
-- Ναί.
-- Εχεις παιδιά;
-- Ναί.
-- Πόσα παιδιά έχεις;
-- Τρία.
-- Ήσουν πιστή στό στεφάνι σου;
-- Μάλιστα !
-- Γιατί 3 παιδιά; Τού λέω πάλι κλαίγοντας,
-- Τρία.
-- Θέλω νά μού εξηγήσεις, μού λέει, γιατί μόνο τρία παιδιά; Είχες κάνει εκτρώσεις;
-- Οχι. Εκανα μία, αλλά δέν γνώριζα ότι ήταν αμαρτία. Τό εξομολογήθηκα όμως σέ ιερέα...
Μόλις είπα, ότι τό εξομολογήθηκα σέ ιερέα, υπέγραψε βιαστικά τό δελτίο αποδείξεων, έκοψε τό χαρτί καί τό έδωσε στόν δεξιό συνοδό μου.
-- Πάμε, μού λένε οι συνοδοί μου.
( Εν τώ μεταξύ, η μουσική καί οι λέξεις " η εγχείριση θά γίνει " ακούγονταν συνεχώς ). Μπήκαμε σέ δεύτερο γραφείο. Μέ ρωτούν πάλι.
-- Εκκλησιάζεσαι;
-- Μάλιστα.
-- Εξομολογείσαι;
-- Ναί.
-- Κοινωνάς;
--Μάλιστα.
-- Νηστεύεις; Λέω πάλι,
-- Μάλιστα.
Υπέγραψε καί αυτός στίς αποδείξεις πού είχε μπροστά του, έκοψε τό χαρτί καί τό έδωσε στόν δεξιό συνοδό μου. Ξεκινήσαμε τώρα γιά τό τρίτο γραφείο. Εκεί, είδα διαφορετικά φώτα, άλλες διακοσμήσεις...
Αρχισα νά σκέπτομαι μήπως έγινε η εγχείριση καί έχω πεθάνει καί βρίσκομαι στήν άλλη ζωή, γιατί έβλεπα άλλα πράγματα, άλλο κόσμο, έξω από τήν ζωή πού καθημερινά βλέπουμε. Προσπαθούσα νά καταλάβω άν ήμουνα σέ μέρος πού ήταν μέ τόν Θεό, ή μέ πήγαιναν γιά τήν Κόλαση.
Σηκώθηκε ξαφνικά ένας δυνατός αέρας, σάν σίφουνας, καί πρόσεξα ανάμεσα στά ανακατωμένα φύλλα τών δένδρων, πολύχρωμα μικρά σταυρουδάκια νά στριφογυρίζουν στόν αέρα. Η θέα τών Σταυρών μέ καθησύχασε. Μπήκαμε στό τρίτο γραφείο. Μέ ρωτούν πάλι,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΘΑ ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΣΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΑΣ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΥΒΡΙΣΤΙΚΕΣ / ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ-ΛΕΞΕΙΣ.ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ.