Γέροντας Ευσέβιος Γιαννακάκης
(Αναφερόμενος στις Μοναχές της Ιεράς Γυναικείας Κοινοβιακής Μονής Εισοδίων της Θεοτόκου στο Μαρκόπουλο Ωρωπού)
Δικό μας τάλαντο και πρώτο λαχείο είναι η αγγελική μας κλήσις.
Όταν ο άνθρωπος δίνει τον εαυτόν του στο Χριστό, όλος ο ουρανός είναι περιουσία δική του.
Μακάριοι όσοι δόθηκαν στον Χριστό. κατέχουν όλη τη γη και τον ουρανό.
Η αφιερωμένη ψυχή κάθε μέρα γιορτάζει.
Άφθαστο Πανεπιστήμιο το Μοναστήρι.
«Ουδέν γλυκύτερον του ουρανίου Νυμφίου». Και όταν αγκαλιάζουμε το Χριστό με όλο μας το είναι χωρίς να αφήνουμε υπόλοιπα, τότε διαποτιζόμαστε κι εμείς απ’ αυτή τη γλυκύτητα.
Με κάλεσε ο Κύριος. Και καλούμαι ανά πάσα στιγμή και ώρα να βλέπω τον εαυτό μου και να παραδειγματίζομαι από τις προσωπικότητες τις Ευαγγελικές και τις Αποστολικές και τις Πατερικές. Να έχω κατά νουν όλους εκείνους, όλα τα παραδείγματα αυτά.
Να λέει η καθεμιά: Ο Θεός μ’ αξίωσε να γίνω μοναχή για να προσπαθώ να παρουσιάζω ομοιότητες με τη ζωή του Ουρανού, με τη ζωή των αγγέλων, με τη ζωή των Μυροφόρων.
Η χάρη του Θεού έχει δύναμη, πολλή δύναμη. Κάνει τον άνθρωπο από λαϊκό κληρικό, από ειδωλολάτρη Χριστιανό. Ενισχύει μια ψυχή ν’ αφήσει τον κόσμο και να γίνει νύμφη του Χριστού.
Όταν χειροτονείται ο Πρεσβύτερος του δίνει την παρακαταθήκη ο Αρχιερεύς. Από τον καθένα θα απαιτήσει ο Θεός την ημέρα της κρίσεως την παρακαταθήκη. Για τον καθένα μας όμως είναι η ομολογία και το ναι που μετά παρρησίας λέγομε. Το «Ναι, τίμιε πάτερ» είναι για το μοναχό η ομολογία. Μας λέει ο Κύριος: Εγώ σου το έδωσα. Εάν εσύ δεν το τίμησες δεν έχεις θέση κοντά μου. Και αυτό αποτελεί το μεγαλύτερο μαρτύριο, τη μεγαλύτερη τιμωρία που θα υποστούμε... «Εννοούσα, ψυχή μου, γρηγόρησον...» Ο αφιερωμένος άνθρωπος, που τον κάλεσε ο Θεός, πρέπει να είναι παράδειγμα άγιο και φωτεινό.
Ο στόχος και η προσπάθεια της κάθε μιας μέσα στο Κοινόβιο δεν είναι να διακριθεί, για να
επιδείξει εγωιστικά τον εαυτό της, αλλά η ωφέλεια του συνόλου.
(Αναφερόμενος στις Μοναχές της Ιεράς Γυναικείας Κοινοβιακής Μονής Εισοδίων της Θεοτόκου στο Μαρκόπουλο Ωρωπού)
Δικό μας τάλαντο και πρώτο λαχείο είναι η αγγελική μας κλήσις.
Όταν ο άνθρωπος δίνει τον εαυτόν του στο Χριστό, όλος ο ουρανός είναι περιουσία δική του.
Μακάριοι όσοι δόθηκαν στον Χριστό. κατέχουν όλη τη γη και τον ουρανό.
Η αφιερωμένη ψυχή κάθε μέρα γιορτάζει.
Άφθαστο Πανεπιστήμιο το Μοναστήρι.
«Ουδέν γλυκύτερον του ουρανίου Νυμφίου». Και όταν αγκαλιάζουμε το Χριστό με όλο μας το είναι χωρίς να αφήνουμε υπόλοιπα, τότε διαποτιζόμαστε κι εμείς απ’ αυτή τη γλυκύτητα.
Με κάλεσε ο Κύριος. Και καλούμαι ανά πάσα στιγμή και ώρα να βλέπω τον εαυτό μου και να παραδειγματίζομαι από τις προσωπικότητες τις Ευαγγελικές και τις Αποστολικές και τις Πατερικές. Να έχω κατά νουν όλους εκείνους, όλα τα παραδείγματα αυτά.
Να λέει η καθεμιά: Ο Θεός μ’ αξίωσε να γίνω μοναχή για να προσπαθώ να παρουσιάζω ομοιότητες με τη ζωή του Ουρανού, με τη ζωή των αγγέλων, με τη ζωή των Μυροφόρων.
Η χάρη του Θεού έχει δύναμη, πολλή δύναμη. Κάνει τον άνθρωπο από λαϊκό κληρικό, από ειδωλολάτρη Χριστιανό. Ενισχύει μια ψυχή ν’ αφήσει τον κόσμο και να γίνει νύμφη του Χριστού.
Όταν χειροτονείται ο Πρεσβύτερος του δίνει την παρακαταθήκη ο Αρχιερεύς. Από τον καθένα θα απαιτήσει ο Θεός την ημέρα της κρίσεως την παρακαταθήκη. Για τον καθένα μας όμως είναι η ομολογία και το ναι που μετά παρρησίας λέγομε. Το «Ναι, τίμιε πάτερ» είναι για το μοναχό η ομολογία. Μας λέει ο Κύριος: Εγώ σου το έδωσα. Εάν εσύ δεν το τίμησες δεν έχεις θέση κοντά μου. Και αυτό αποτελεί το μεγαλύτερο μαρτύριο, τη μεγαλύτερη τιμωρία που θα υποστούμε... «Εννοούσα, ψυχή μου, γρηγόρησον...» Ο αφιερωμένος άνθρωπος, που τον κάλεσε ο Θεός, πρέπει να είναι παράδειγμα άγιο και φωτεινό.
Ο στόχος και η προσπάθεια της κάθε μιας μέσα στο Κοινόβιο δεν είναι να διακριθεί, για να
επιδείξει εγωιστικά τον εαυτό της, αλλά η ωφέλεια του συνόλου.
Το ετόνισα και το τονίζω. Χρειάζεται βάθος, βάθος, βάθος. Να μην παραμένουν οι λέξεις παραπονούμενες και απραγματοποίητες. Να θαμπώνει η μια την άλλη. Να είναι η μια ένα κομμάτι της άλλης, να 'ναι θετική η βοήθεια της μιας προς την άλλη. Πραγματικά, όπως νιώθει το χέρι της η κάθε μια, να νιώθει την αδελφή της. Μια ψυχή και μια καρδιά. Τότε, όχι λογισμοί, αλλά βουνά να πέσουν επάνω μας, ο Χελμός να πέσει επάνω μας, δεν την κουνάει την αδελφότητα. Και γίνεται αφορμή η αδελφότης αυτή να δοξάζεται το όνομα του Θεού. Να, η ωφέλεια. Γιατί διαφορετικά, αν δεν πετύχουμε το βάθος, ήταν καλύτερα να παρέμενε η καθεμιά στη δουλειά της. Να ετοιμάζουμε τον εαυτό μας για τέτοιο Μοναχισμό. Βάθος, βάθος, βάθος. Όχι ρηχοί. Όχι απ’ έξω. Γιατί «και στα Μοναστήρια, λένε, λίγους βρίσκεις καλούς, όχι όλους με βάθος».
Μέσα στο Κοινόβιο με την ενότητα και την αγάπη χαλκεύονται οι χαρακτήρες. Πώς κτυπάει το ένα κουφέτο το άλλο μέσα στο καζάνι και τόσο ωραία βγαίνουν έξω. Και πώς τα πετραδάκια εκεί στη θάλασσα που κτυπιώνται μεταξύ τους από το κύμα, έτσι και στο Κοινόβιο.
Στο πρόσωπο της κάθε μιας αδελφής θα βλέπουμε το Χριστό. Οπότε ούτε παρεξήγηση, ούτε φωνή, ούτε γκρίνια, ούτε τίποτε. Το Χριστό βλέπω. Βλέπω το Χριστό στο πρόσωπο της αδελφής. Να προσπαθεί να δίνει χαρά η μια στην άλλη.
Να προσφέρει η μία μοναχή στην άλλη τον εαυτόν της οικοδομητικόν.
Όσο περισσότερο η μια νιώθει ένα κομμάτι της άλλης τόσο οι ευλογίες θα είναι περισσότερες και δυνατότερες και πλουσιότερες.
Εμείς να είμαστε κολλημένες, όπως οι μέλισσες. Να ξεκουράζεται η μία με την άλλη. ν’ αναπαύεται βλέποντας το πρόσωπο η μια της άλλης. Αυτό θα πει αδελφότης. Μεταξύ σας μέλισσες, μυρμήγκια.
Να είσαι αυστηρή στη λατρεία, στον κανόνα, στο ναό. Να έχεις αγάπη προς όλους. Θα βλέπεις ψυχή. όχι ελαττώματα. Κοίταξε τον Κύριο πάνω στο Σταυρό! Και τον Ιούδα περιποιήθηκε ο Κύριος.
Η αγάπη θέλει καρδιά, όχι χείλη. Και δεν εκδηλώνεται μόνο την ώρα του πόνου αλλά και όταν πέφτει ο άλλος. (Όχι κατάκριση και σχόλια). Δεν έχει αγάπη όποια σχολιάζει μια αδελφή ή και τον πλησίον σε άλλον.
Μετά το Απόδειπνο σιωπή. Την Παρασκευή σιωπή. Την Καθαρά Δευτέρα σιωπή. Όχι να κάνουμε τριήμερο και η γλώσσα να δουλεύει.
Η μοναχή πρέπει να είναι κωφή, τυφλή και άλαλη. Να σταματήσει το γιατί και το διότι. Ο μοναχισμός είναι σιωπή και υπακοή. Όχι αργολογία. Από τα πολλά λόγια θα πέσεις στην κατάκριση κι από αυτήν στη συκοφαντία.
Προϋπόθεση της ευχής είναι η καλή συμφωνία μεταξύ του νου, της καρδιάς και της γλώσσας. Τί να το κάνεις να λες με το στόμα την ευχή και με το νου και την καρδιά να κάνεις περιοδείες; Χρειάζεται πρώτα καλή τακτοποίηση του εαυτού μας, καλή συμφωνία...
Εκείνο που επιμένω είναι να είναι όλα στο θέλημα του Θεού.
Το σύνθημά μας: «Ας είναι ευλογημένο». Εκεί είναι ο ουρανός, ο Θεός, η ειρήνη, η αισιοδοξία, η επιτυχία. «Ας είναι ευλογημένο». Τίποτε άλλο. Και τότε τίποτε δε μας ενοχλεί, ούτε πειρασμός ούτε δυσκολία.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι όταν είμαστε στην τελεία υπακοή, βοηθάμε τα μέγιστα τον πνευματικό και τη Γερόντισσα. Και έτσι νοστιμεύει η ζωή της αδελφότητος.
Να υπακούει ο εαυτός μας στον εαυτό μας, τον καλό εαυτό μας. Να του λέμε: «κάνε τούτο» και να το κάνει, χωρίς να τον παρακαλούμε και χωρίς να τον πιέζουμε. Άνετα να υπακούει στον καλό εαυτό μας πρώτα και μετά στο Γέροντα και τη Γερόντισσα.
Μα πώς θα αποκτήσουμε οσιότητα; Για ν’ αποκτήσουμε θέλει να μην κάνουμε ποτέ ό,τι μας λέει το μυαλό μας. Έλεγε ο Γέροντάς μου «όπου το μυαλό του εκεί και τα πόδια του».
Τα βιβλία τα πατερικά το γράφουν ξεκάθαρα. Δεν επιτρέπεται να προγραμματίζει ο υποτακτικός κάτι από μόνος του κι αν ακόμη είναι κάτι καλό. Το λέει στο Γέροντα και μετά δεν έχει καμιά ευθύνη εκείνος.
Να μπαίνει η κάθε μια στο κελλί της και να βλέπει τον Κύριο, τον Αναστάντα Κύριο. Ποτέ με λογισμούς στο κελλί.
Είναι πολύτιμος πολυτιμότατος ο χρόνος για το μοναχό και τη μοναχή. Γιατί να δίνουμε χρόνο στο λογισμό; Έχουμε δουλειές, έχουμε κανόνα, έχουμε την ευχή να λέμε, έχουμε το διακόνημά μας, τον Χριστό έχουμε, γιατί να χάνουμε χρόνο;
Οι λογισμοί, άμα δεν τους δώσεις σημασία, φεύγουν, δεν θα σταθούν. Άμα τους κρατάμε, θα κάνουν φωλιά μέσα... Έχουμε κάνει καμιά συμφωνία και εταιρεία με τους λογισμούς; Δεν έχουμε καμιά δουλειά.... Ο μοναχός που έχει μια γραμμή και έχει ένα ιδανικό και ένα δρόμο, ο μοναχός, που έδωσε τον εαυτό του στο Χριστό δεν έχει καμιά δουλειά με τους λογισμούς.
Όλα τα επιτυγχάνουμε με τη δική Του βοήθεια, με τη δική Του δύναμη και με τη δική Του χάρη.
Να λέει η καθεμιά στον εαυτό της: «Αρέσει αυτό στον Κύριό μου; Αυτός ο λογισμός, αυτή η σκέψη ή αυτή η εκδήλωση και ο τρόπος; Ικανοποιεί τον Κύριο; Τον ευχαριστεί ο χειρισμός που κάνω;... Αφού σε Εκείνον ανήκω, στον Χριστό...». Φταίει η προσωπική αντωνυμία... δεν έχουμε πετάξει από την καρδιά μας, από τη σκέψη μας και τη ζωή μας, το «εγώ».... Θα μας πει εκεί πάνω: «Βρε παιδάκι μου, δεν έδωσες τον εαυτό σου σε μένα; Γιατί ζούσες με την προσωπική αντωνυμία; Γιατί δεν με υπολόγιζες καθόλου;» Πολλές τέτοιες σκέψεις να κάνουμε, για να νικάμε τον κακό εαυτό μας. Να ζούμε σαν να ανήκουμε στον Κύριο και όχι στον εαυτό μας. Και τότε απολαμβάνουμε όλη τη χάρη και τις ευλογίες του Κυρίου και τη ζωή του Ουρανού.
Το Άγιο Πνεύμα να το φαντασθούμε ως ένα σκαπάνι που σκάβει συνέχεια στις ψυχές μας. Τις σκάβει, τις οργώνει, τις διβολίζει, πετάει από μέσα αγριάδες, πετάει βελούρια, πετάει πέτρες, ό,τι υπάρχει στο χωράφι της δούλης του Κυρίου, το πετάει, το διώχνει, το απομακρύνει. Ώστε να είναι το χωράφι της δούλης του Κυρίου τόσο καλλιεργημένο, τόσο ωραίο, τόσο άγιο που να δέχεται μόνο αρετές. Αρετές και τη ζωή του ουρανού, τη ζωή του Κυρίου...
Πόσο δυνατό είναι κανείς πραγματικά να κινείται, να σκέπτεται, να ζει, να νταραβερίζεται, να εργάζεται συνέχεια με το Άγιο Πνεύμα, με την αγάπη του Κυρίου. Όλο αναμορφώνεται και όλο αναγεννάται και ανεβαίνει η στάθμη της ψυχής του και όλο περισσότερο επικοινωνεί με τον Κύριο και επιτυγχάνει τη θέωση κατά τους πατέρας της Εκκλησίας.
Λοιπόν εκείνο που αποτελεί κίνδυνο, μεγάλο κίνδυνο είναι η συνήθεια, μεγάλο και τρομερό κίνδυνο η συνήθεια. Εμείς να μη επιτρέψουμε στον εαυτό μας να συνηθίζει, είτε τη Λειτουργία, είτε την ψαλτική, είτε το Ποτήριο της Ζωής είτε... να μη το συνηθίζουμε. Να νοιώθουμε δέος κάθε φορά που γίνεται Λειτουργία.
Με πολλή συγκίνηση και συναίσθηση και ευγνωμοσύνη εις τον Θεόν να παρακολουθούμε. Θα μπορούσαμε πάντοτε ως για πρώτη φορά και τελευταία φορά να παρακολουθούμε τη Θεία Λειτουργία; Λοιπόν είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος η συνήθεια. Συνήθεια και στον κανόνα και στην προσευχή και στη Λειτουργία και, και, και.
Όταν προσπαθεί κανείς να νοιώθει τον Κύριο κοντά του και να ζει το ιδανικό του, δεν γίνεται συνήθεια ποτέ. Μα, και να μην προλάβει, ας πούμε, να κάνει τον κανόνα του όλον, αν κάνει κείνο τον κανόνα τον πιο λίγο καλά, παστρικά, καθαρά, με πολλή συναίσθηση, τον δέχεται ο Θεός σαν δέκα κανόνες. Να είναι ο νους και η σκέψις μας εις τον Θεόν και να νοιώθουμε εκεί τον Θεόν κοντά μας. Ε, ευλογεί, ευλογεί τότε ο Κύριος και αγιάζει.
Η ζωή μας να περπατάει έξω από αδυναμίες και μακριά από υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Να επιδιώκουμε βίον αγνόν και ζωή ολοκάθαρη και Μυστηριακή. Να μοσχοβολάει από προσευχή, από Λατρεία, από αγώνα πνευματικό και άγιο. Ώστε όλα αυτά να βεβαιώνουν ότι είμαστε σταθεροί στην κλήση μας, και ότι κρατάμε δυνατά την αγίαν παρακαταθήκην της ζωής που μας ενεπιστεύθη ο Κύριος.
Ε, αυτές οι ανθρώπινες αδυναμίες θέλουν περιφρόνηση, περιφρόνηση θέλουνε και κατακέφαλα να τις χτυπάμε. Να μη μας παρασύρουνε ποτέ οι ανθρώπινες αδυναμίες. Να πρυτανεύει το καλλιεργημένο χωράφι και να πρυτανεύει ο καλός και αγαθός εαυτός μας, διότι έχουμε και καλά. Εργασία χρειάζεται, εργασία, εργασία, εργασία.
Νομίζω, είτε στον εαυτό μας παρατηρούμε αδυναμίες και πέφτουμε, είτε στους παραέξω, μπροστά στη δόξα και το μεγαλείο και τη χαρά του Ουρανού, δεν πρέπει να στεκόμαστε καθόλου. Μπροστά στην αγίαν αποστολήν μας, όχι απλώς να ξεχνάμε τα ελαττώματα και τις αδυναμίες μας, αλλά ουδόλως να στέκουν στη σκέψη μας. Τελεία - τελεία - τελεία περιφρόνησις.
Στη μετάνοια του Τελώνου να στεκόμαστε. Ούτε στο ελάχιστο να μη νιώθει κάποιος ότι είναι καλύτερος από τον άλλο...
Η εν μετανοία αδελφή είναι σιωπηλή, ευχάριστη, ταπεινή. Ακτινοβολεί. Δεν εκφράζει γνώμη, δεν σχολιάζει, δεν ελέγχει. Ούτε για τον κόσμο που ζει στην αμαρτία εκφράζεται άσχημα. Λέει: «άραγε αυτοί είχαν τις δικές μου ευκαιρίες;» Και συμπεριφέρεται με επιείκεια. Τότε απολαμβάνει τον κανόνα της, την προσευχή, τη λατρεία, τη συγχώρηση που ζητάει κάθε βράδυ.
Μετάνοια ίσον τελεία αλλαγή. Πρώτα το έργο της μετανοίας και κατόπιν της διακονίας. Άμα προηγείται η μετάνοια είναι χαριτωμένος ο άνθρωπος. Τον εαυτό του παρακολουθεί και ελέγχει. Αγωνίζεται γύρω από τα ελαττώματά του, και λέει συνέχεια «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, τον αμαρτωλό».... Λοιπόν η αφιερωμένη ψυχή που ζει εν μετανοία δεν φοβάται κανένα δύσκολο σημείο. Αφήνει με εμπιστοσύνη τον εαυτό της στα χέρια του Θεού.
Σας μεταφέρω μια παραγγελία του ουρανού: Η Νύμφη του Χριστού να είναι ειρηνική, χαρούμενη και αισιόδοξη, όσες δυσκολίες κι αν συναντάει.
Να καταφέρνει ο πνευματικός και αφιερωμένος άνθρωπος να είναι πάντοτε ξάστερος. Να στέκεται παραπάνω από καταστάσεις, από κάτι που θα συμβεί, από δυσκολίες. Να το πνίγει μέσα του.
Εφόσον εγκαταλείψαμε τα πάντα, θέλουμε δεν θέλουμε θα περπατήσουμε στ’ αχνάρια των Αγίων. Αυτό καλούμεθα να κάνουμε. Και κατ’ ακολουθίαν δεν μας κουράζει και δεν μας απογοητεύει καμμιά δυσκολία. Διότι αν οι Μάρτυρες αντιμετώπισαν το Μαρτύριο με χαρά και με ενθουσιασμό, εμείς είναι να στεκόμαστε σε τυχόν μικροδυσκολίες;
Συναντήσαμε εμείς δυσκολίες που συνάντησε ο Παύλος; Μπορεί να είμαστε λίγο αδύνατοι και μας στοιχίζει. Έτσι, παιδί μου, θα μας κάνει μεγάλο παράπονο ο Κύριος. «Βρε παιδί μου», θα πει «εγώ πάνω στο Σταυρό παραπονέθηκα; Δέχτηκα καρφιά. Παραπονέθηκα εγώ; Παρουσιάστηκα σκυθρωπός και κατηφής και... και... και απογοητευμένος; Εσύ, γιατί, παιδί μου; Γιατί αφήνεις τον εαυτό σου και απογοητεύεσαι»;
Να λέμε: «Είσαι καλή δυσκολία, ήλθες να με ωφελήσεις. Ήλθες να με γεμίσεις με τη χάρη του Θεού, με τη δύναμη του Κυρίου. Και τί είσαι συ δυσκολία μπροστά στο Σταυρό του Κυρίου; Λοιπόν έτσι νομίζω. ως Πνευματικός μικρός και ταπεινός, αυτό έχω να καταθέσω. Και δεν πρέπει να αφήνουμε το κάθε τι που λέμε απαρατήρητο και να μην το εφαρμόζουμε. Διότι θα μου ζητήσει λόγο ο Θεός εκεί πάνω. Θα μου πει: «τί έκανες εκεί κάτω; Γιατί δικαιολογούσες τις δυσκολίες της καθεμιάς και προχωρούσε ο καιρός με τα ελαττώματά της;».
Λοιπόν, παρακαλώ το δύσκολο να το βλέπουμε εύκολο και τον πειρασμό να τον βλέπουμε ως ευκαιρία για να ωφελούμεθα. Να έχουμε πιο πολλή Χάρη, πιο πολύ πλούτο του Αγίου Πνεύματος, της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος. Να λέμε: «δόξα Σοι, ο Θεός», να ευχαριστούμε τον Θεό για την κάθε δύσκολη στιγμή. Γιατί μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε κάτι, να παρουσιάσουμε κάτι.
Να ενισχύσουμε λίγο περισσότερο τον εαυτό μας και να καταλάβουμε ότι τα δύσκολα σημεία είναι οι πλατιοί δρόμοι και οι λεωφόροι που μας οδηγούν στον Ουρανό και στον Παράδεισο. Να το ζει αυτό ο αφιερωμένος άνθρωπος. Η δυσκολία είναι το ωραιότερο, το αγιώτερο, το πιο ευχάριστο γεγονός για το Χριστιανό. Καθ’ ον χρόνον ο Απόστολος Παύλος το επαναλαμβάνει «Χαίρω εν τοις παθήμασί μου».
Μας καλεί η δυσκολία να προσευχηθούμε περισσότερο και να γονατίσουμε περισσότερο και να έλθουμε περισσότερο κοντά στον Κύριο, για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Οι αδυναμίες είναι εκείνες οι οποίες πολύ μας βασανίζουν. Διότι δεν στεκόμαστε στο μεγαλείο του ξεκινήματός μας και του ιδανικού μας.... Αν έχετε ταξιδέψει με αεροπλάνο, θα είδατε κάτω τις πεδιάδες, τα ποτάμια, τους δρόμους, τα χωριά. Έτσι είδε ο Παύλος τον Παράδεισο! Λοιπόν, τί ωραίο να ζούμε από εδώ αυτή την Πολιτεία, που μας περιμένει!
Μέσα στο Κοινόβιο με την ενότητα και την αγάπη χαλκεύονται οι χαρακτήρες. Πώς κτυπάει το ένα κουφέτο το άλλο μέσα στο καζάνι και τόσο ωραία βγαίνουν έξω. Και πώς τα πετραδάκια εκεί στη θάλασσα που κτυπιώνται μεταξύ τους από το κύμα, έτσι και στο Κοινόβιο.
Στο πρόσωπο της κάθε μιας αδελφής θα βλέπουμε το Χριστό. Οπότε ούτε παρεξήγηση, ούτε φωνή, ούτε γκρίνια, ούτε τίποτε. Το Χριστό βλέπω. Βλέπω το Χριστό στο πρόσωπο της αδελφής. Να προσπαθεί να δίνει χαρά η μια στην άλλη.
Να προσφέρει η μία μοναχή στην άλλη τον εαυτόν της οικοδομητικόν.
Όσο περισσότερο η μια νιώθει ένα κομμάτι της άλλης τόσο οι ευλογίες θα είναι περισσότερες και δυνατότερες και πλουσιότερες.
Εμείς να είμαστε κολλημένες, όπως οι μέλισσες. Να ξεκουράζεται η μία με την άλλη. ν’ αναπαύεται βλέποντας το πρόσωπο η μια της άλλης. Αυτό θα πει αδελφότης. Μεταξύ σας μέλισσες, μυρμήγκια.
Να είσαι αυστηρή στη λατρεία, στον κανόνα, στο ναό. Να έχεις αγάπη προς όλους. Θα βλέπεις ψυχή. όχι ελαττώματα. Κοίταξε τον Κύριο πάνω στο Σταυρό! Και τον Ιούδα περιποιήθηκε ο Κύριος.
Η αγάπη θέλει καρδιά, όχι χείλη. Και δεν εκδηλώνεται μόνο την ώρα του πόνου αλλά και όταν πέφτει ο άλλος. (Όχι κατάκριση και σχόλια). Δεν έχει αγάπη όποια σχολιάζει μια αδελφή ή και τον πλησίον σε άλλον.
Μετά το Απόδειπνο σιωπή. Την Παρασκευή σιωπή. Την Καθαρά Δευτέρα σιωπή. Όχι να κάνουμε τριήμερο και η γλώσσα να δουλεύει.
Η μοναχή πρέπει να είναι κωφή, τυφλή και άλαλη. Να σταματήσει το γιατί και το διότι. Ο μοναχισμός είναι σιωπή και υπακοή. Όχι αργολογία. Από τα πολλά λόγια θα πέσεις στην κατάκριση κι από αυτήν στη συκοφαντία.
Προϋπόθεση της ευχής είναι η καλή συμφωνία μεταξύ του νου, της καρδιάς και της γλώσσας. Τί να το κάνεις να λες με το στόμα την ευχή και με το νου και την καρδιά να κάνεις περιοδείες; Χρειάζεται πρώτα καλή τακτοποίηση του εαυτού μας, καλή συμφωνία...
Εκείνο που επιμένω είναι να είναι όλα στο θέλημα του Θεού.
Το σύνθημά μας: «Ας είναι ευλογημένο». Εκεί είναι ο ουρανός, ο Θεός, η ειρήνη, η αισιοδοξία, η επιτυχία. «Ας είναι ευλογημένο». Τίποτε άλλο. Και τότε τίποτε δε μας ενοχλεί, ούτε πειρασμός ούτε δυσκολία.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι όταν είμαστε στην τελεία υπακοή, βοηθάμε τα μέγιστα τον πνευματικό και τη Γερόντισσα. Και έτσι νοστιμεύει η ζωή της αδελφότητος.
Να υπακούει ο εαυτός μας στον εαυτό μας, τον καλό εαυτό μας. Να του λέμε: «κάνε τούτο» και να το κάνει, χωρίς να τον παρακαλούμε και χωρίς να τον πιέζουμε. Άνετα να υπακούει στον καλό εαυτό μας πρώτα και μετά στο Γέροντα και τη Γερόντισσα.
Μα πώς θα αποκτήσουμε οσιότητα; Για ν’ αποκτήσουμε θέλει να μην κάνουμε ποτέ ό,τι μας λέει το μυαλό μας. Έλεγε ο Γέροντάς μου «όπου το μυαλό του εκεί και τα πόδια του».
Τα βιβλία τα πατερικά το γράφουν ξεκάθαρα. Δεν επιτρέπεται να προγραμματίζει ο υποτακτικός κάτι από μόνος του κι αν ακόμη είναι κάτι καλό. Το λέει στο Γέροντα και μετά δεν έχει καμιά ευθύνη εκείνος.
Να μπαίνει η κάθε μια στο κελλί της και να βλέπει τον Κύριο, τον Αναστάντα Κύριο. Ποτέ με λογισμούς στο κελλί.
Είναι πολύτιμος πολυτιμότατος ο χρόνος για το μοναχό και τη μοναχή. Γιατί να δίνουμε χρόνο στο λογισμό; Έχουμε δουλειές, έχουμε κανόνα, έχουμε την ευχή να λέμε, έχουμε το διακόνημά μας, τον Χριστό έχουμε, γιατί να χάνουμε χρόνο;
Οι λογισμοί, άμα δεν τους δώσεις σημασία, φεύγουν, δεν θα σταθούν. Άμα τους κρατάμε, θα κάνουν φωλιά μέσα... Έχουμε κάνει καμιά συμφωνία και εταιρεία με τους λογισμούς; Δεν έχουμε καμιά δουλειά.... Ο μοναχός που έχει μια γραμμή και έχει ένα ιδανικό και ένα δρόμο, ο μοναχός, που έδωσε τον εαυτό του στο Χριστό δεν έχει καμιά δουλειά με τους λογισμούς.
Όλα τα επιτυγχάνουμε με τη δική Του βοήθεια, με τη δική Του δύναμη και με τη δική Του χάρη.
Να λέει η καθεμιά στον εαυτό της: «Αρέσει αυτό στον Κύριό μου; Αυτός ο λογισμός, αυτή η σκέψη ή αυτή η εκδήλωση και ο τρόπος; Ικανοποιεί τον Κύριο; Τον ευχαριστεί ο χειρισμός που κάνω;... Αφού σε Εκείνον ανήκω, στον Χριστό...». Φταίει η προσωπική αντωνυμία... δεν έχουμε πετάξει από την καρδιά μας, από τη σκέψη μας και τη ζωή μας, το «εγώ».... Θα μας πει εκεί πάνω: «Βρε παιδάκι μου, δεν έδωσες τον εαυτό σου σε μένα; Γιατί ζούσες με την προσωπική αντωνυμία; Γιατί δεν με υπολόγιζες καθόλου;» Πολλές τέτοιες σκέψεις να κάνουμε, για να νικάμε τον κακό εαυτό μας. Να ζούμε σαν να ανήκουμε στον Κύριο και όχι στον εαυτό μας. Και τότε απολαμβάνουμε όλη τη χάρη και τις ευλογίες του Κυρίου και τη ζωή του Ουρανού.
Το Άγιο Πνεύμα να το φαντασθούμε ως ένα σκαπάνι που σκάβει συνέχεια στις ψυχές μας. Τις σκάβει, τις οργώνει, τις διβολίζει, πετάει από μέσα αγριάδες, πετάει βελούρια, πετάει πέτρες, ό,τι υπάρχει στο χωράφι της δούλης του Κυρίου, το πετάει, το διώχνει, το απομακρύνει. Ώστε να είναι το χωράφι της δούλης του Κυρίου τόσο καλλιεργημένο, τόσο ωραίο, τόσο άγιο που να δέχεται μόνο αρετές. Αρετές και τη ζωή του ουρανού, τη ζωή του Κυρίου...
Πόσο δυνατό είναι κανείς πραγματικά να κινείται, να σκέπτεται, να ζει, να νταραβερίζεται, να εργάζεται συνέχεια με το Άγιο Πνεύμα, με την αγάπη του Κυρίου. Όλο αναμορφώνεται και όλο αναγεννάται και ανεβαίνει η στάθμη της ψυχής του και όλο περισσότερο επικοινωνεί με τον Κύριο και επιτυγχάνει τη θέωση κατά τους πατέρας της Εκκλησίας.
Λοιπόν εκείνο που αποτελεί κίνδυνο, μεγάλο κίνδυνο είναι η συνήθεια, μεγάλο και τρομερό κίνδυνο η συνήθεια. Εμείς να μη επιτρέψουμε στον εαυτό μας να συνηθίζει, είτε τη Λειτουργία, είτε την ψαλτική, είτε το Ποτήριο της Ζωής είτε... να μη το συνηθίζουμε. Να νοιώθουμε δέος κάθε φορά που γίνεται Λειτουργία.
Με πολλή συγκίνηση και συναίσθηση και ευγνωμοσύνη εις τον Θεόν να παρακολουθούμε. Θα μπορούσαμε πάντοτε ως για πρώτη φορά και τελευταία φορά να παρακολουθούμε τη Θεία Λειτουργία; Λοιπόν είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος η συνήθεια. Συνήθεια και στον κανόνα και στην προσευχή και στη Λειτουργία και, και, και.
Όταν προσπαθεί κανείς να νοιώθει τον Κύριο κοντά του και να ζει το ιδανικό του, δεν γίνεται συνήθεια ποτέ. Μα, και να μην προλάβει, ας πούμε, να κάνει τον κανόνα του όλον, αν κάνει κείνο τον κανόνα τον πιο λίγο καλά, παστρικά, καθαρά, με πολλή συναίσθηση, τον δέχεται ο Θεός σαν δέκα κανόνες. Να είναι ο νους και η σκέψις μας εις τον Θεόν και να νοιώθουμε εκεί τον Θεόν κοντά μας. Ε, ευλογεί, ευλογεί τότε ο Κύριος και αγιάζει.
Η ζωή μας να περπατάει έξω από αδυναμίες και μακριά από υποχωρήσεις και συμβιβασμούς. Να επιδιώκουμε βίον αγνόν και ζωή ολοκάθαρη και Μυστηριακή. Να μοσχοβολάει από προσευχή, από Λατρεία, από αγώνα πνευματικό και άγιο. Ώστε όλα αυτά να βεβαιώνουν ότι είμαστε σταθεροί στην κλήση μας, και ότι κρατάμε δυνατά την αγίαν παρακαταθήκην της ζωής που μας ενεπιστεύθη ο Κύριος.
Ε, αυτές οι ανθρώπινες αδυναμίες θέλουν περιφρόνηση, περιφρόνηση θέλουνε και κατακέφαλα να τις χτυπάμε. Να μη μας παρασύρουνε ποτέ οι ανθρώπινες αδυναμίες. Να πρυτανεύει το καλλιεργημένο χωράφι και να πρυτανεύει ο καλός και αγαθός εαυτός μας, διότι έχουμε και καλά. Εργασία χρειάζεται, εργασία, εργασία, εργασία.
Νομίζω, είτε στον εαυτό μας παρατηρούμε αδυναμίες και πέφτουμε, είτε στους παραέξω, μπροστά στη δόξα και το μεγαλείο και τη χαρά του Ουρανού, δεν πρέπει να στεκόμαστε καθόλου. Μπροστά στην αγίαν αποστολήν μας, όχι απλώς να ξεχνάμε τα ελαττώματα και τις αδυναμίες μας, αλλά ουδόλως να στέκουν στη σκέψη μας. Τελεία - τελεία - τελεία περιφρόνησις.
Στη μετάνοια του Τελώνου να στεκόμαστε. Ούτε στο ελάχιστο να μη νιώθει κάποιος ότι είναι καλύτερος από τον άλλο...
Η εν μετανοία αδελφή είναι σιωπηλή, ευχάριστη, ταπεινή. Ακτινοβολεί. Δεν εκφράζει γνώμη, δεν σχολιάζει, δεν ελέγχει. Ούτε για τον κόσμο που ζει στην αμαρτία εκφράζεται άσχημα. Λέει: «άραγε αυτοί είχαν τις δικές μου ευκαιρίες;» Και συμπεριφέρεται με επιείκεια. Τότε απολαμβάνει τον κανόνα της, την προσευχή, τη λατρεία, τη συγχώρηση που ζητάει κάθε βράδυ.
Μετάνοια ίσον τελεία αλλαγή. Πρώτα το έργο της μετανοίας και κατόπιν της διακονίας. Άμα προηγείται η μετάνοια είναι χαριτωμένος ο άνθρωπος. Τον εαυτό του παρακολουθεί και ελέγχει. Αγωνίζεται γύρω από τα ελαττώματά του, και λέει συνέχεια «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, τον αμαρτωλό».... Λοιπόν η αφιερωμένη ψυχή που ζει εν μετανοία δεν φοβάται κανένα δύσκολο σημείο. Αφήνει με εμπιστοσύνη τον εαυτό της στα χέρια του Θεού.
Σας μεταφέρω μια παραγγελία του ουρανού: Η Νύμφη του Χριστού να είναι ειρηνική, χαρούμενη και αισιόδοξη, όσες δυσκολίες κι αν συναντάει.
Να καταφέρνει ο πνευματικός και αφιερωμένος άνθρωπος να είναι πάντοτε ξάστερος. Να στέκεται παραπάνω από καταστάσεις, από κάτι που θα συμβεί, από δυσκολίες. Να το πνίγει μέσα του.
Εφόσον εγκαταλείψαμε τα πάντα, θέλουμε δεν θέλουμε θα περπατήσουμε στ’ αχνάρια των Αγίων. Αυτό καλούμεθα να κάνουμε. Και κατ’ ακολουθίαν δεν μας κουράζει και δεν μας απογοητεύει καμμιά δυσκολία. Διότι αν οι Μάρτυρες αντιμετώπισαν το Μαρτύριο με χαρά και με ενθουσιασμό, εμείς είναι να στεκόμαστε σε τυχόν μικροδυσκολίες;
Συναντήσαμε εμείς δυσκολίες που συνάντησε ο Παύλος; Μπορεί να είμαστε λίγο αδύνατοι και μας στοιχίζει. Έτσι, παιδί μου, θα μας κάνει μεγάλο παράπονο ο Κύριος. «Βρε παιδί μου», θα πει «εγώ πάνω στο Σταυρό παραπονέθηκα; Δέχτηκα καρφιά. Παραπονέθηκα εγώ; Παρουσιάστηκα σκυθρωπός και κατηφής και... και... και απογοητευμένος; Εσύ, γιατί, παιδί μου; Γιατί αφήνεις τον εαυτό σου και απογοητεύεσαι»;
Να λέμε: «Είσαι καλή δυσκολία, ήλθες να με ωφελήσεις. Ήλθες να με γεμίσεις με τη χάρη του Θεού, με τη δύναμη του Κυρίου. Και τί είσαι συ δυσκολία μπροστά στο Σταυρό του Κυρίου; Λοιπόν έτσι νομίζω. ως Πνευματικός μικρός και ταπεινός, αυτό έχω να καταθέσω. Και δεν πρέπει να αφήνουμε το κάθε τι που λέμε απαρατήρητο και να μην το εφαρμόζουμε. Διότι θα μου ζητήσει λόγο ο Θεός εκεί πάνω. Θα μου πει: «τί έκανες εκεί κάτω; Γιατί δικαιολογούσες τις δυσκολίες της καθεμιάς και προχωρούσε ο καιρός με τα ελαττώματά της;».
Λοιπόν, παρακαλώ το δύσκολο να το βλέπουμε εύκολο και τον πειρασμό να τον βλέπουμε ως ευκαιρία για να ωφελούμεθα. Να έχουμε πιο πολλή Χάρη, πιο πολύ πλούτο του Αγίου Πνεύματος, της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος. Να λέμε: «δόξα Σοι, ο Θεός», να ευχαριστούμε τον Θεό για την κάθε δύσκολη στιγμή. Γιατί μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε κάτι, να παρουσιάσουμε κάτι.
Να ενισχύσουμε λίγο περισσότερο τον εαυτό μας και να καταλάβουμε ότι τα δύσκολα σημεία είναι οι πλατιοί δρόμοι και οι λεωφόροι που μας οδηγούν στον Ουρανό και στον Παράδεισο. Να το ζει αυτό ο αφιερωμένος άνθρωπος. Η δυσκολία είναι το ωραιότερο, το αγιώτερο, το πιο ευχάριστο γεγονός για το Χριστιανό. Καθ’ ον χρόνον ο Απόστολος Παύλος το επαναλαμβάνει «Χαίρω εν τοις παθήμασί μου».
Μας καλεί η δυσκολία να προσευχηθούμε περισσότερο και να γονατίσουμε περισσότερο και να έλθουμε περισσότερο κοντά στον Κύριο, για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Οι αδυναμίες είναι εκείνες οι οποίες πολύ μας βασανίζουν. Διότι δεν στεκόμαστε στο μεγαλείο του ξεκινήματός μας και του ιδανικού μας.... Αν έχετε ταξιδέψει με αεροπλάνο, θα είδατε κάτω τις πεδιάδες, τα ποτάμια, τους δρόμους, τα χωριά. Έτσι είδε ο Παύλος τον Παράδεισο! Λοιπόν, τί ωραίο να ζούμε από εδώ αυτή την Πολιτεία, που μας περιμένει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΘΑ ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΣΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΑΣ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΥΒΡΙΣΤΙΚΕΣ / ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ-ΛΕΞΕΙΣ.ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ.