Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

Τι είναι Θρησκεία; Από πού πηγάζει και προέρχεται; Ποιο σκοπό έχει η Θρησκεία;


1. Ορισμός της Θρησκείας

Θρησκεία είναι η στενή και ζωντανή σχέση, η εξάρτηση και επικοινωνία του ανθρώπου από το Θεό. Είναι βαθύς σεβασμός, ιερός φόβος προ του Υψίστου και Παντοδυνάμου, συναίσθηση συγγενείας και ισχυρά φορά προς αυτόν. Να το πούμε και πιο απλά: Θρησκεία είναι η φυσική και τέλεια, η ολόψυχη στροφή και αφοσίωση του ανθρώπου στο Θεό, ώστε να νοιώθε ι ο άνθρωπος και με αυτή τη στροφή του προς το Θεό να ομολογεί, πως χωρίς το Θεό δεν μπορεί να ζει, δεν μπορεί να ζει ευτυχισμένος, χαρούμενος και ειρηνικός. Ας το αναλύσουμε περισσότερο.
Το λογικό του ανθρώπου, ο οποίος προσπαθεί να βρει την αιτία του κόσμου, αναγκάζεται να αναγνωρίσει το Θεό ως δημιουργό του. Οι ενδόμυχοι πόθοι του ανθρώπου να απολαύσει αιώνια χαρά και ευτυχία αναζητούν την αστείρευτη πηγή της μακαριότητας και την ανευρίσκουν στον απειροτέλειο Θεό. Και όταν η συνείδηση αναστατώνει με τους ελέγχους της το εσωτερικό του ανθρώπου. Συναισθάνεται τότε αυτός, ότι παρέβη όχι μόνο τον έμφυτο ηθικό νόμο, αλλά και τον θεόσδοτο νόμο ενός υπέρτατου νομοθέτου, και για αυτό προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον εξιλεώσει και εξευμενίσει. Έτσι αναγνωρίζει κάθε άνθρωπος, πολιτισμένος ή απολίτιστος, ότι εκτός από όσα βλέπει ή αντιλαμβάνεται γύρω του υπάρχει και ο αόρατος και πανταχού παρών Θεός.
Η έννοια αυτή του Θεού, όσο αδιαφώτιστη και ατελής κι αν είναι στους ειδωλολάτρες και μη Χριστιανούς, όσο δε μεγαλειώδης και μυστηριώδης κι αν είναι στους Χριστιανούς, αποτελεί την καρδιά, η οποία ζωογονεί με το θερμό αίμα της πίστεως στο Θεό την ανθρωπότητα. Όπως δε δεν υπάρχει ζωντανό σώμα χωρίς καρδιά, έτσι δεν υπάρχει λαός (ή και μεμονωμένα άτομα) χωρίς την πίστη στο Θεό, χωρίς τον ένα και μόνο αληθινό Τριαδικό Θεό, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα.
Σαν ζωντανό παράδειγμα, που δίνει να καταλάβουμε αυτό που λέμε τώρα, ας πάρουμε τον προφήτη Δαβίδ, που έστρεφε και το βλέμμα και την ψυχή του προς το Θεό και του έλεγε· «Ὅν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρός σέ, ὁ Θεός. 3 ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεὸν τὸν ζῶντα· πότε ἥξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;» (Ψαλμ. μα΄ 3). Σύμφωνα με αυτούς τους λόγους του Προφήτου, Θρησκεία είναι πόθος βαθύς που δεν παύει, δίψα της ανθρώπινης ψυχής για τον Πλάστη και Δημιουργό της. Είναι εσωτερική, δυνατή λαχτάρα να επικοινωνεί για όλα τα ζητήματα της ζωής του ο άνθρωπος με το Θεό και Πατέρα και από αυτόν να ζητεί τη λύση και ικανοποίησή του. Ένα τέτοιο, σαν τον πόθο του προφήτου, έλεγε και ο άγιος Αυγουστίνος απευθυνόμενος στο Θεό· «Για σένα, ω Θεέ μου, μας έπλασες, και είναι ανήσυχη η καρδιά μας, έως ότου βρει την ανάπαυσή της σε Σένα». Και με τα λόγια του αυτά ο ιερός Πατήρ έδειχνε φανερά και έντονα την βαθιά θρησκευτικότητα της ψυχής του.


2. Από πού πηγάζει και προέρχεται η Θρησκεία;

Ποια δηλαδή είναι η φύτρα και ρίζα, η γεννήτρα να πούμε, του θρησκευτικού αυτού συναισθήματος και φαινομένου, που με μία λέξη το λέμε Θρησκεία;  Αυτή είναι μια φυσική ερώτηση, που μπορεί να γεννηθεί σε κάθε άνθρωπο. Η απάντηση τώρα στην ερώτηση αυτή είναι τούτη: Το θρησκευτικό συναίσθημα και φαινόμενο είναι έμφυτο στον άνθρωπο. Και έμφυτο θα πει φυτεμένο μέσα στην ψυχή του από άλλο ανώτερο και αιώνιο παράγοντα. Του είναι δηλαδή φυσικό, βαθιά ριζωμένο μέσα του και ανεξάλειπτο. Κανείς δεν μπορεί να το ξεριζώσει και να το εξαλείψει και έτσι να ξεθρησκέψει τον άνθρωπο. Λέγοντας αυτά τονίζουμε τούτο, ότι άμα άνθρωπος άμα θρησκεία. Το οποίο θα πει, πως μόλις παρουσιάστηκε στη γη ο άνθρωπος, αμέσως παρουσίασε και την θρησκευτικότητά του. Η πρώτη στροφή του στο Θεό, η πρώτη αναζήτησή του ο Θεός. Η πρώτη πράξη και εκδήλωσή του ήταν θρησκευτική. Ευθύς αμέσως αναζήτησε το Θεό, για να ικανοποιήσει τους πόθους του και να επαναπαυθεί σε αυτόν. Γι’ αυτό μπορούμε και πρέπει να πούμε, πως είναι θεοφύτευτο το θρησκευτικό συναίσθημα στον άνθρωπο. Ο Θεός δημιουργώντας τον άνθρωπο του φύτευσε και το αίσθημα αυτό και έδωσε στο συναίσθημα τούτο την πιο ισχυρή ορμή και δυνατή τάση, ώστε να παρουσιάζεται ο άνθρωπος στη ζωή του πέρα ως πέρα και με όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του θρησκευτικός. Και για να το καταλάβουμε τούτο καλύτερα λέμε· το να υπάρχει και κυριαρχεί στην ψυχή του ανθρώπου η ιδέα, η σκέψη και το όνομα Θεός, το να εκδηλώνει την ιδέα του αυτή με προσευχή, με λατρεία, με προσφορές στο Θεό, με τάματα σ’ αυτόν και θυσίες γι’ αυτόν, με υπακοή και πειθαρχία σ’ αυτό που πιστεύει πως είναι θέλημά του, με πολλές ιερές θρησκευτικές πράξεις, αυτά, όλα αυτά δείχνουν και μαρτυρούν, πως εκ φύσεως ο άνθρωπος είναι θρησκευτικός, πως είναι πλασμένος να έχει θρησκεία και χωρίς αυτή να μην μπορεί να ζήσει, όπως πρέπει τη ζωή του. Για την έμφυτη αυτή θρησκευτικότητα του ανθρώπου ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει· «Τήν περί αὐτοῦ γνῶσιν ἐξ ἀρχῆς τοῖς ἀνθρώποις ἐνέδωκεν ὁ Θεός». Δηλαδή· από τότε που έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο, έβαλε μέσα του τον πόθο και την τάση να τον γνωρίσει και να συνδεθεί μαζί του. Πολύ σωστά, λοιπόν, ο άνθρωπος είναι και λέγεται «θρησκευτικό ον» και «ουράνιο φυτό».

3. Ποιο σκοπό έχει η Θρησκεία;

Η θρησκεία έχει τούτο το μέγα και άγιο και σωτήριο για τον άνθρωπο σκοπό. Να επιτύχει ο μικρός και φθαρτός και αδύνατος, αλλά και αμαρτωλός άνθρωπος την πλήρη και τέλεια ένωσή του με το Θεό. Και τούτο για να επιτύχει με την ένωσή του αυτή την προσωπική του ευδαιμονία και μακαριότητα. Μάλιστα δε τη θέωσή του, το να γίνει κατά χάρη θεός, όπως μας λέγει η χριστιανική μας θρησκεία. Και τότε, ενώ κατά την ψυχή είναι αθάνατος ο άνθρωπος, γίνεται και αιωνίως μακάριος. Μακάριος εν τω Θεώ και διά του Θεού. Να το αναπτύξουμε το πράγμα για να το καταλάβουμε κάπως; Λέμε, λοιπόν. Ο άνθρωπος ούτε αυτοδημιούργητος ούτε ανεξάρτητος ούτε ανενδεής και επαρκής στον εαυτό του είναι. Ο άνθρωπος είναι πλάσμα, δημιούργημα, ον εξαρτημένο, που εξαρτάται από άλλο υπερτέλειο ον, το Ον που του έδωκε την ύπαρξη και ζωή, δηλαδή το Θεό. Έπειτα ο άνθρωπος είναι γεμάτος ανάγκες, υλικές και πνευματικές ανάγκες. Να ζήσει μόνος του και να προοδεύσει όπως ονειρεύεται και θέλει; Αδύνατο. Τούτο κάθε ημέρα της ζωής του το βεβαιώνουν οι πολλές και μεγάλες αδυναμίες και ανάγκες του. Του χρειάζεται βοήθεια απ’ έξω και μάλιστα από πάνω, από τον ουρανό. Έξωθεν και άνωθεν. Αν λάβουμε μάλιστα υπόψιν μας, ότι ο άνθρωπος είναι όχι μόνο μικρός και αδύνατος μέσα στον πελώριο αυτό κόσμο, αλλά και αμαρτωλός, γεμάτος πάθη και κακίες, και επομένως γεμάτος και πτώσεις και τύψεις συνειδήσεως, με απογοητεύσεις στην ψυχή και αποκαρδιώσεις, τότε θα νοιώσουμε καλά πόσο μεγάλη, τακτική και αδιάκοπη ανάγκη έχει του παντοδυνάμου και ελεήμονος Θεού του. Και εδώ βρίσκεται και εκπληρώνεται ο φιλάνθρωπος σκοπός της θρησκείας. Συνδέει και εξαρτά στενώς τον άνθρωπο από το Θεό η θρησκεία, για να παίρνει ο άνθρωπος από το Θεό δυνάμεις, βοήθεια, αγαθά υλικά και πνευματικά, άφεση αμαρτιών, ειρήνη, έλεος, σωτηρία. Και έτσι ο άνθρωπος και ο πιο κακός, και ο πιο δυστυχισμένος με το να ζει κοντά στο Θεό από το Θεό αντλεί και παίρνει την ευτυχία και τη χαρά του. Αυτός είναι ο σκοπός της θρησκείας. Και από τούτο καταλαβαίνουμε ότι χωρίς θρησκεία ο άνθρωπος δεν μπορεί να κάμει.

4. Καθολικό φαινόμενο η θρησκευτικότητα του ανθρώπου

Τι θα πει και τούτο; Τι θα πει πως η θρησκευτικότητα του ανθρώπου είναι φαινόμενο καθολικό; Θα πει πως όλοι οι άνθρωποι, όλων των γενεών, όλων των εποχών, όλων των φυλών, όλων των αιώνων, από τον πρώτο άνθρωπο ως τον σημερινό είχαν και έχουν θρησκεία. Βέβαια, διαφορετική θρησκεία είχαν αυτοί και διαφορετική οι άλλοι. Το ζήτημα είναι πως όλοι είχαν και έχουν θρησκεία. Το γεγονός δηλαδή είναι ένα, ότι το να θρησκεύει ο άνθρωπος δεν υπήρξε ποτέ μεμονωμένο ούτε παροδικό φαινόμενο, που πέρασε και έφυγε, σαν τους διάττοντες αστέρες. Υπήρξε και υπάρχει γενικό, καθολικό και πανανθρώπινο. Όπου και αν βρεθείς, όπου και αν σταθείς, σε οποιαδήποτε φυλή και γενεά θα αντικρίσεις θρησκευτικές εκδηλώσεις και των πλέον απολίτιστων ανθρώπων. Και των βαρβάρων και των αγρίων και των ανθρωποφάγων ακόμη. Μερικοί επιστήμονες, που ερευνούσαν άγριες φυλές στα βάθη της Ασίας και της Αφρικής, είπαν πως βρήκαν ανθρώπους και λαούς ακόμη, χωρίς θρησκεία. Είχαν πέσει έξω όμως στις έρευνές τους. Γιατί συνέβαινε το εξής. Οι άγριοι έπαιρναν τους Ευρωπαίους ως ασεβείς και άθεους και έκρυβαν τα ιερά σύμβολά τους και τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, για να μην τα βεβηλώσουν οι ασεβείς. Έπειτα όμως οι ίδιοι αυτοί εξερευνητές ομολόγησαν πως πράγματι αυτό γινόταν και διακήρυξαν, ότι πουθενά δεν υπήρξε και δεν υπάρχει άνθρωπος ή φυλή ανθρώπων άθρησκη και άθεη, αλλ’ όλες οι φυλές της γης πολιτισμένες και απολίτιστες έχουν τη θρησκεία τους. Είναι λοιπόν γενικό και καθολικό, πανανθρώπινο φαινόμενο η θρησκεία. Τώρα θα πείτε· μα δεν υπάρχουν καθόλου-καθόλου άπιστοι και άθεοι; Ενδέχεται να υπάρχουν. Αλλ’ αυτοί αποτελούν μια εξαίρεση, όπως κάθε κανόνας έχει και την εξαίρεσή του. Και έπειτα εμφανίζονται και αυτοί άθεοι για λίγο καιρό. Όταν τα έχουν καλά. Σαν τους έλθουν όμως βάσανα και θλίψεις στη ζωή τους και ξεσπάσουν πάνω τους συμφορές και καταιγίδες, τότε και αυτοί γίνονται πιστοί και θρήσκοι και πέφτουν στα γόνατα για προσευχή και ζητούν του Θεού τη βοήθεια και προστασία.

5. Η ποικιλία των θρησκειών

Όπως όλοι γνωρίζουμε, δεν υπάρχει μία θρησκεία για όλους τους ανθρώπους, αλλά πολλές και ποικίλες. Μια έπρεπε να υπάρχει, αφού ένας είναι ο αληθινός Θεός και ο ένας αυτός Θεός δημιούργησε όλους τους ανθρώπους και ο ίδιος Θεός το ίδιο θρησκευτικό συναίσθημα έβαλε μέσα σε όλους τους ανθρώπους. Φυσικό, λοιπόν, ήταν μία και η αυτή θρησκεία να υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους. Αλλ’ από τότε που παρέβη την εντολή του Θεού ο άνθρωπος και έπεσε στην αμαρτία, σκοτίσθηκε ο νους του και διεφθάρη η καρδιά του και το χειρότερο παραπλανήθηκε από τον αρχηγό του κακού διάβολο και απομακρύνθηκε από τον αληθινό Θεό. Το Θεό, που τον έπλασε και τον προίκισε με όλα του τα αγαθά, τον απαρνήθηκε, τον αποστράφηκε και στράφηκε στα κτίσματα του Θεού, και λάτρευσε όχι τον Κτίστη, αλλά την κτίση. Έτσι από τη μονοθεΐα έπεσε στην πολυθεΐα και την ειδωλολατρία. Αντί ενός αληθινού Θεού, λάτρευσε πολλούς ψεύτικους θεούς. Θα ρωτήσεις: Πού τους βρήκε και πώς τους επινόησε; Απλούστατα. Ο διεφθαρμένος πλέον άνθρωπος τους φαντάστηκε, τους σοφίστηκε με το σκοτισμένο νου του, τους έφτιαξε μόνος του ανάλογα με τις αντιλήψεις του, τους απέδωσε όλες τις αδυναμίες, όλα τα πάθη και τις κακίες του. Θεοποίησε και λάτρευσε τα άστρα του ουρανού και πολλά ζώα της γης. Επινόησε θεούς και θεές, τους έφτιαξε είδωλα και αυτά προσκυνούσε, σε αυτά θυσίαζε και τα παιδιά του ακόμη. Έζησε δε η ανθρωπότητα στην πολυθεΐα και ειδωλολατρία χιλιάδες χρόνια.
Μέσα όμως σε αυτήν την παγκόσμια ειδωλολατρία υπήρξαν και άτομα και λαοί, που είχαν κρατήσει την πίστη τους στον αληθινό Θεό, σαν το Νώε, σαν τον Αβραάμ, σαν τον Ισαάκ και Ιακώβ, σαν τον Ιώβ, καθώς επίσης και λαοί, οι οποίοι προήλθαν από τους θεοσεβείς αυτούς ανθρώπους. Τέτοιος λαός ήταν ο Ιουδαϊκός, ο οποίος εκτός από την πατροπαράδοτη κληρονομιά ως προς την πίστη, έλαβε και αποκάλυψη από τον ίδιο το Θεό και είναι ο μόνος λαός στην αρχαία εποχή, που πίστευε και λάτρευε τον ένα, τον αληθινό Θεό, παρόλο που και αυτός δεν τον λάτρευε όπως ακριβώς έπρεπε, αφού και η αποκάλυψη που είχε λάβει δεν ήταν τέλεια, αλλά ατελής. Έτσι έχουμε μονοθεϊστικές θρησκείες, όπως είναι ο Ιουδαϊσμός και ο Μωαμεθανισμός, και πολυθεϊστικές ή ειδωλολατρικές, φυσικές θρησκείες που έχουν τη ρίζα τους στο έμφυτο θρησκευτικό αίσθημα του ανθρώπου. Έχουμε και θρησκείες από αποκάλυψη, όπως είναι η Ιουδαϊκή και η Χριστιανική, η οποία είναι η μόνη αληθινή θρησκεία, διότι αυτή μόνη έχει την τέλεια και πλήρη αποκάλυψη του Θεού.



http://www.xfd.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

<< Αποφθέγματα >>