Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Οι Πατέρες της Εκκλησίας για τη Θεία Ευχαριστία (μέρος δεύτερο)













Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στις προσπάθειες και τους αγώνες του οποίου οφείλεται η ανακίνηση του ξεχασμένου ορθοδόξου φρονήματος και της «χαριτωμένης συνηθείας να μεταλαμβάνουν συχνά οι χριστιανοί», μάς χάρισε το ψυχοφελέστατο βιβλίο «Περί της συχνής θείας Μεταλήψεως» από το οποίο θα αναφέρουμε μερικές σοφές σκέψεις του.
Ο Άγιος Νικόδημος, όπως σχολιάζει το βιβλίο ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, θεωρούσε τη συνεχή θεία Μετάληψη πιο αναγκαία δια τους ατελείς (εκείνους όμως που δεν έχουν κανονικά εμπόδια). Και δια μεν τους ατελείς τη θεία Μεταλήψη την βλέπει σα φάρμακο προς θεραπεία των παθών, δια δε τους τελείους σα μέσο τελειότητος, σαν τροφή και απόλαυση.


Γράφει, λοιπόν, ο άγιος Νικόδημος «Ποίον άλλο καλόν αγαπάς, Χριστιανέ, ν’ απολαύσης και δεν απολαμβάνεις από την συχνήν Κοινωνίαν; Αγαπάς να εορτάζεις κάθε ημέρα; Αγαπάς να κάμνης Λαμπρήν και Πάσχα οπόταν θέλης και να χαίρεσαι με χαράν και ανεκλάλητον εις ταύτην την τεθλιμμένην ζωήν; Τρέχε συνεχώς εις τα μυστήρια και μεταλάμβανε με την πρέπουσαν προετοιμασίαν και θέλεις το απολαύσεις».
Για να μας δώσει να καταλάβουμε καλύτερα το θέμα ερωτά: «Ανίσως εις τον καιρόν του Μυστικού Δείπνου, ήθελεν είπει τις των Αποστόλων, ότι εγώ δεν μεταλαμβάνω σήμερον, άραγε τι ήθελεν είπει ο Κύριος; Βέβαιο μού φαίνεται, πώς ήθελεν είπει εκείνο, όπερ είπε και προς τον Πέτρον εις τον ιερόν νιπτήρα, εάν μη νίψω σε, ουκ έχεις μέρος μετ’ εμού. Απαραλλάκτως και εις τον θείον Δείπνον ήθελε είπει προς τον μη μεταλαμβάνοντα, εάν μη πίης το αίμα μου, ουκ έχεις μέρος μετ’ εμού».
Είναι γεμάτη από λύπη η ψυχή του αγίου, καθώς βλέπει τους συγχρόνους του να μην προσέρχονται συχνά στο Ιερά Μυστήρια και λέει: «Εγώ εξίσταμαι και απορώ πώς του νυν καιρού οι Χριστιανοί ημπορούν, να εορτάζουν ή τας Κυριακάς ή άλλας εορτάς του χρόνου και να χαρούν πνευματικώς με αληθινήν χαράν, εάν μη μεταλαμβάνουν συνεχώς την θείαν Κοινωνίαν, η οποία είναι η αιτία και αφορμή εκάστης εορτής και πανηγρύρεως».

Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας στην ομιλία του «Ερμηνεία εις την θείαν Λειτουργίαν» γράφει:
«Αν δεν προσέλθει στην τράπεζα κανείς, ενώ μπορεί, αυτός είναι τελείως αδύνατο να επιτύχη τον αγιασμό από τα τίμια δώρα, όχι απλώς διότι δεν προσήλθε, αλλά διότι δεν προσήλθε ενώ ημπορούσε και με αυτό φανερώνει ότι έχει έρημη την ψυχή από τις αγαθές διαθέσεις, που χρειάζονται για τα μυστήρια.
Πραγματικά ποια ορμή και προθυμία προς την τράπεζα, έχει αυτός που, ενώ μπορεί εύκολα να τρέξη προς αυτήν δεν θέλει. Ποια πίστις προς τον Θεό υπάρχει σ’ αυτόν που δεν φοβήται την απειλή που ευρίσκεται στους λόγους του Κυρίου, σ’ αυτούς που περιφρονούν το δείπνο τούτο. Πώς θα μπορούσε να πιστευθή ότι αγαπά αυτό που δεν το λαμβάνει, ενώ μπορεί να το λάβη;»
Και στον Δ’ λόγο του «Περί της εν Χριστώ ζωής», αναφέρει μεταξύ των άλλων για το υπερφυές μυστήριο τα εξής: «Επειδή η φαυλότης της ύλης δεν αφήνει την σφραγίδα να μένη ακίνητο, διότι έχομε τον θησαυρό αυτό μέσα σε οστράκινα σκεύη, γι’ αυτό δεν απολαύουμε μία φορά το φάρμακο, αλλά συνεχώς και πρέπει πάντοτε ο αγαλματοποιός να κάθεται δίπλα στον πηλό και όταν η μορφή του αγάλματος καταστρέφεται να την αναπλάττη και να την αποκαθιστά και συνεχώς να απολαύωμε το χέρι του ιατρού, καθώς θεραπεύει την ύλη όταν φθείρεται και επανορθώνει την γνώμη όταν λοξοδρομή, μήπως εμφανισθή ο θάνατος χωρίς να το καταλάβωμε. «Ενώ ήμαστε νεκροί, λέγει, από τα παραπτώματα, μάς εζωοποίησε μαζί με το Χριστό» και «το αίμα του Χριστού καθαρίζει τη συνείδησή μας από νεκρά έργα για να λατρεύωμε Θεό ζώντα».
Διότι αφ’ ενός μεν η δύναμις της ιεράς τραπέζης έλκει την αληθινή ζωή από την μακαρία εκείνη καρδιά, αφ’ ετέρου δε η καθαρά λατρεία του Θεού από εδώ μάς εξασφαλίζεται. Πραγματικά, αν καθαρά λατρεία του Θεού είναι τούτο, η υποταγή, η υπακοή, το να εκτελούμε κάθε πράγμα με κινούντα αυτόν, δεν γνωρίζω πότε θα ημπορούσαμε να υποταχθούμε στον Θεό περισσότερο, παρά όταν γίνωμε μέλη αυτού. Τελειότερα από κάθε άλλη ιερά τελετή καθιστά μέλη του Χριστού τους αγιαζομένους ο άρτος της ζωής».

Σχετικά με τις ωφέλειες, που αποκομίζουμε από τη συχνή θεία Κοινωνία γράφει παρακάτω: «Τόσο μεγάλος είναι ο σωρός αγαθών, που εξέρχεται για μάς από την ιερά τράπεζα, μάς ελευθερώνει από την καταδίκη, εξαφανίζει την εντροπή, που προέρχεται από την αμαρτία, αποκαθιστά την ωραιότητα, προσδένει με τον ίδιο το Χριστό πληρέστερα από τους φυσικούς δεσμούς, με ένα λόγο, μάς καθιστά τελείους στον αληθινό Χριστιανισμό καλύτερα από κάθε άλλη τελετή».
Στην ίδια ομιλία συγκρίνοντας τις ωφέλειες των άλλων Μυστηρίων τονίζει: «Αν είναι δυνατό και με τα άλλα Μυστήρια να εύρη κανείς το Χριστό, αυτό συμβαίνει μόνο για να προετοιμασθή λαμβάνοντάς Τον, για να επιτύχη την συνύπαρξι, ενώ εδώ επιτυγχάνεται καθαρώς η πρόσληψις και η συνύπαρξις. Σε ποιο από τα άλλα Μυστήρια υπάρχει πραγματικά το ένα σώμα και το ένα πνεύμα, το να μένη κανείς σ’ αυτόν, μένοντας δε να τον κατέχη, κάτι άλλωστε για το οποίο νομίζω και ο Χριστός λέγει ότι η μακαριότης των δικαίων είναι δείπνο, που έχει Αυτόν διάκονο».
Και συνεχίζει ο Ν. Καβάσιλας στον ίδιο του λόγο: «Αυτό που δημιουργεί την πλήρη κοινωνία των ανθρώπων προς τον Θεό, είτε λατρεία πρέπει να χαρακτηρίσουμε το πράγμα είτε υιοθεσία είτε και τα δύο, είναι το ιερό δείπνο, το οποίο μας καθιστά συγγενείς προς το Χριστό περισσότερο από όσο μάς καθιστά με τους γονείς το γεγονός ότι εγεννηθήκαμε απ’ αυτούς. Διότι μάς καταβάλλει θεμέλια σώματος όχι ασθενή και στοιχεία αίματος όχι μικρά, αλλά κοινωνεί με εμάς πλήρως, όχι σαν αίτιος της ζωής όπως οι γονείς, αλλά σαν ζωή.
Και συνεχίζει: «Της αγίας τελετής των ιερών Μυστηρίων, έργον μεν η των θείων Δώρων εις το θείον Σώμα και Αίμα μεταβολή, τέλος δε (σκοπός) το τους πιστούς αγιασθήναι δι’ αυτών».

Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς τονίζει: «Ω θαύματος, ουδεμίαν απολείποντος υπερβολήν. Και αυταίς ταις ανθρωπίναις υποστάσεσιν ενούται των πιστευόντων εκάστω συνανακυρνών εαυτόν, δια της του αγίου σώματος αυτού μεταλήψεως, και σύσσωμος ημίν γίνεται, και νανόν της όλης θεότητας ημάς απεργάζεται».
Και ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης συμβουλεύει πατρικά τους πιστούς, που πρόκειται να προσέλθουν στα φρικτά μυστήρια: «Αδελφοί και αδελφαί μου, όσοι προετοιμάζεσθε δια την θείαν Κοινωνίαν, ας φοβούμεθα μήπως γίνωμεν αναίσθητοι προς τας αμαρτίας μας ας φοβούμεθα μήπως γίνωμεν αναίσθητοι προς τας αμαρτίας μας ας φοβούμεθα την αλαζονείαν της καρδίας μας η οποία λέγει: «Δεν έχω ανάγκην αφέσεως αμαρτιών, δεν είμαι ένοχος, δεν είμαι αμαρτωλός» ή άλλως «Αι αμαρτίαι μου είναι μηδαμιναί, είναι μόνον ανθρώπιναι» ωσάν να είναι ανάγκη να είναι διαβολικαί ή «Δεν αισθάνομαι άσχημα ζων εν ταις αμαρτίαις μου».
Αυτή είναι η αλαζονεία αυτού του Σατανά και αυτός ο Σατανάς, λαλεί τους λόγους τούτους εις τας καρδίας μας. Ας αισθανώμεθα βαθύτατα, με όλην μας την καρδίαν, τας αναριθμήτους ανομίας μας, ας χύνωμεν δάκρυα συντριβής δι’ αυτάς δια να εξιλεώσωμεν τον Κύριον, τον οποίον παρωργίσαμεν».

Από το βιβλίο
«Ευχαριστιακός Προσανατολισμός»
Χριστιανική Ένωση Καβάλας
επιμέλεια: enoriaka.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

<< Αποφθέγματα >>