<Δι' ευχών>, μοίρασαν το Αντίδωρο, έφυγε όλος ο κόσμος. Ο Ιερεύς, ώσπου να καταλύση, να διπλώση τα άμφια, κλπ. άργησε λίγο, καθώς και ο διάκονος. Τελικά, βγήκαν απ' το Ναό. Τους περίμενε έξω στην πόρτα, όλο αγωνία μια γνωστή τους ευσεβείς χριστιανή.
- Τι κάνεις εδώ, τι περιμένεις; τη ρωτσε ο ιερεύς.
- Περιμένω να βγει ο Δεσπότης, που λειτουργούσε μαζί σας, για να πάρω την ευχή του. Το θέλω πολύ. Που είναι; Μα. παπά μου, έλαμπε ολόκληρος! Άστραφτε!
Κοκάλωσε ο ιερεύς! Αλλά ευτυχώς με ευστροφία εκείνη την ώρα της απάντησε:
- Ω, έχει ώρα, καημένη, που έφυγε απ' την πλαϊνή πόρτα του Ιερού! Και η γυναίκα φεύγοντας σταυροκοπιώταν συνέχεια κι έλεγε:
"Κύριε Ελέησον ! Κύριε Ελέησον! Κύριε Ελέησον! Μα τι Δεσπότης ήταν αυτός!"
Απο το βιβλίο: "Εμπειρίες κατα την Θεία Λεθτουργία" από http://xristianoss.blogspot.gr/